
Στουρνάρας: Τι σηματοδοτούν οι δασμοί Τραμπ για τα επιτόκια και την ΕΚΤ;
Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) αναμένεται να διατηρήσει αμετάβλητα τα επιτόκια στην επόμενη συνεδρίασή της στις 11 Σεπτεμβρίου, όμως το ενδεχόμενο μελλοντικών μειώσεων παραμένει ανοιχτό, ανάλογα με τις επιπτώσεις των δασμών Τραμπ, όπως τονίζει ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας. Η νέα πολιτική κρίση στη Γαλλία και το θέμα της ανεξαρτησίας της Fed αποτελούν επίσης πηγές ανησυχίας.
Ο κ. Στουρνάρας δεν «βλέπει» κρίση χρέους στη Γαλλία, ωστόσο θεωρεί το ζήτημα της ανεξαρτησίας της Fed «σοβαρό» για την παγκόσμια οικονομία και τις αγορές. Τον Ιούλιο, η ΕΚΤ διατήρησε το βασικό επιτόκιο καταθέσεων στο 2%, στο μέσο του εκτιμώμενου εύρους για το ουδέτερο επιτόκιο (1,75%-2,25%).
Μετά τη συνεδρίαση, η Κριστίν Λαγκάρντ δήλωσε ότι η ΕΚΤ είναι «σε καλή θέση» να αντιμετωπίσει «τα ταραγμένα νερά και τους κινδύνους που σχετίζονται με τους δασμούς», ενισχύοντας τα σχόλια της Ιζαμπέλ Σνάμπελ, η οποία είχε δηλώσει ότι «ο πήχυς για μία ακόμη μείωση των επιτοκίων είναι πολύ υψηλός». Τα διαθέσιμα στοιχεία δεν φαίνεται να δικαιολογούν αλλαγή πολιτικής τον Σεπτέμβριο.
«Για τον Σεπτέμβριο τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία τόσο για τον πληθωρισμό όσο και για την ανάπτυξη φαίνεται να στηρίζουν μη μείωση επιτοκίων», σχολιάζει ο Γιάννης Στουρνάρας. Όσον αφορά το αν το 2% είναι το τελικό επιτόκιο αυτού του κύκλου, ο κ. Στουρνάρας θεωρεί ότι είναι νωρίς για συμπεράσματα. «Για το μέλλον όμως (μετά τη συνεδρίαση του Σεπτεμβρίου) πρέπει να είμαστε ανοιχτοί, αφού μόλις τώρα αρχίζουν να εφαρμόζονται οι δασμοί του Τραμπ που, ceteris paribus, αδυνατίζουν την ευρωπαϊκή οικονομία», προσθέτει.
Τα οικονομικά δεδομένα από τον Ιούλιο είναι ανάμεικτα, με τους δείκτες PMI Αυγούστου λίγο καλύτερους από τις προσδοκίες, την τριμηνιαία αύξηση του ΑΕΠ κατά 0,1% στο δεύτερο τρίμηνο (ενδεχομένως να αναθεωρηθεί), και τον πληθωρισμό Ιουλίου στο 2%, ελαφρώς υψηλότερο από τις εκτιμήσεις (1,9%). Η ενίσχυση του ευρώ είναι σημαντική, καθώς είναι 3% υψηλότερο έναντι του δολαρίου ΗΠΑ και 2% σε εμπορικά σταθμισμένη βάση.
«Δεν είμαστε σε κρίση χρέους στη Γαλλία και ούτε έχει τεθεί θέμα στην ΕΚΤ». Οι εκτιμήσεις της ΕΚΤ δείχνουν ότι η ενίσχυση του ευρώ θα μειώσει τον πληθωρισμό κατά 0,2%, αλλά η αύξηση των τιμών του πετρελαίου (4%) θα τον αυξήσει κατά 0,1% βραχυπρόθεσμα.
Οι νέες προβλέψεις των εμπειρογνωμόνων της ΕΚΤ για τον πληθωρισμό και την οικονομία αναμένονται με ενδιαφέρον, καθώς θα είναι οι πρώτες μετά τη συμφωνία Ε.Ε. – ΗΠΑ για δασμούς στο 15% (παρά τις αβεβαιότητες), επίπεδο χειρότερο από το βασικό σενάριο της ΕΚΤ (10%) αλλά καλύτερο από το δυσμενές (20%).
Ο κ. Στουρνάρας δεν θεωρεί ότι η κατάσταση στη Γαλλία αλλάζει κάτι για την ΕΚΤ. «Δεν είμαστε σε κρίση χρέους στη Γαλλία και ούτε έχει τεθεί θέμα στην ΕΚΤ», αναφέρει. Η Κριστίν Λαγκάρντ τόνισε ότι «η δημοσιονομική πειθαρχία παραμένει επιτακτική στη Γαλλία» και η ΕΚΤ «παρακολουθεί πολύ προσεκτικά την κατάσταση των spreads των γαλλικών ομολόγων».
Οποιοσδήποτε κίνδυνος πτώσης κυβέρνησης στην Ευρωζώνη είναι ανησυχητικός, αν και η Γαλλία δεν χρειάζεται παρέμβαση του ΔΝΤ.
Οι απειλές Τραμπ προς τη Fed απασχολούν επίσης την ΕΚΤ. Ο Αμερικανός πρόεδρος έχει επιτεθεί στον Τζερόμ Πάουελ, επειδή δεν μειώνει τα επιτόκια, και απείλησε να τον απολύσει.
Κατά τον κ. Στουρνάρα, η επίθεση στην ανεξαρτησία της Fed προκαλεί σοβαρή ζημία, κυρίως στην αμερικανική οικονομία, με διεθνείς επιπτώσεις. «Οι επιπτώσεις για την αξιοπιστία της νομισματικής πολιτικής στις ΗΠΑ θα είναι σοβαρές. Λόγω του ρόλου του δολαρίου διεθνώς, θα υπάρχουν αρνητικές επιπτώσεις και εκτός ΗΠΑ. Το κύριο κόστος όμως θα το φέρουν οι ΗΠΑ, διότι στη διεθνή σκηνή οι αρνητικές επιπτώσεις θα είναι παροδικές και άλλα νομίσματα θα υποκαταστήσουν μερικώς το δολάριο», σημειώνει.
Ο Έλληνας κεντρικός τραπεζίτης εξηγεί ότι βραχυπρόθεσμα αυξάνεται ο πληθωρισμός και τα ασφάλιστρα κινδύνου λόγω του ρόλου του δολαρίου. Η Λαγκάρντ χαρακτήρισε τις κινήσεις Τραμπ προς τη Fed «πολύ σοβαρό κίνδυνο για την οικονομία των ΗΠΑ και την παγκόσμια οικονομία». Τόνισε ότι «εάν η νομισματική πολιτική των ΗΠΑ δεν ήταν πλέον ανεξάρτητη και αντ’ αυτού εξαρτιόταν από τις επιταγές κάποιου ατόμου, τότε η επίδραση στην ισορροπία της αμερικανικής οικονομίας θα μπορούσε, ως αποτέλεσμα των επιπτώσεων που θα είχε αυτό παγκοσμίως, να είναι πολύ ανησυχητική, επειδή είναι η μεγαλύτερη οικονομία στον κόσμο».