
«Ψυχολογικό όριο»! Συναγερμός στη Γερμανία: Ξεπέρασαν τα 3 εκατ. οι άνεργοι
Η απασχόληση στη Γερμανία συνιστά μία ακόμα απειλή για τα σχέδια της κυβέρνησης Μερτς να ανατάξει την οικονομία. Για πρώτη φορά έπειτα από 10 χρόνια, ο αριθμός των ανέργων ξεπέρασε το λεγόμενο «ψυχολογικό όριο» των 3 εκατομμυρίων, ενώ παράλληλα καταγράφεται επιβράδυνση της ζήτησης εργασίας, γεγονός που αυξάνει την ανησυχία για την πορεία της οικονομίας η οποία βρίσκεται πλέον στο όριο της ύφεσης.
Σύμφωνα με τα στοιχεία του Γραφείου Εργασίας στη Γερμανία, τον Αύγουστο, 3,02 εκατομμύρια άνθρωποι ήταν άνεργοι σε εποχικά μη προσαρμοσμένους όρους. Ο αριθμός των ανέργων αυξήθηκε κατά 46.000 σε σχέση με τον Ιούλιο.
Παρά το γεγονός ότι το ποσοστό της ανεργίας (6,3%) παραμένει αμετάβλητο, η ανησυχία είναι έκδηλη. Όπως επισήμανε ο Κάρστεν Μπρζέσκι, παγκόσμιος αναλυτής μακροοικονομικών στην ING, «τα 3 εκατομμύρια δεν είναι μόνο ένας αριθμός».
Αντίθετα, όπως είπε στο Reuters, «στο πλαίσιο της αγοράς εργασίας, αντιπροσωπεύει ένα συμβολικό όριο – ένα όριο που διαχωρίζει τη δύναμη από την αδυναμία».
Τα στοιχεία αυτά έρχονται να προστεθούν στο γεγονός ότι η οικονομία στη Γερμανία συρρικνώθηκε κατά 0,3% στο δεύτερο τρίμηνο του έτους, ποσοστό μεγαλύτερο από αυτό που είχε αρχικά εκτιμηθεί, καθώς στις προκαταρκτικές εκτιμήσεις που είχαν δημοσιευθεί τον Ιούλιο, προβλεπόταν οριακή συρρίκνωση του ΑΕΠ κατά 0,1%. Αιτία της συρρίκνωσης είναι η πτώση στις επενδύσεις και τις εξαγωγές.
Ταυτόχρονα, ο πληθωρισμός αυξήθηκε περισσότερο από το αναμενόμενο τον Αύγουστο, φτάνοντας το 2,1%, από 1,8% τον Ιούλιο, σύμφωνα με τα προκαταρκτικά στοιχεία της ομοσπονδιακής στατιστικής υπηρεσίας.
Όλα δείχνουν ότι η Γερμανία δυσκολεύεται να ανακάμψει, ενώ έχουν τεθεί σε εφαρμογή και οι αμερικανικοί δασμοί. Οι αναλυτές εκτιμούν ότι η Γερμανία ίσως διανύει το τρίτο συνεχόμενο έτος χωρίς ανάπτυξη, γεγονός πρωτοφανές για την ισχυρότερη οικονομία της Ευρώπης.
Σύμφωνα με την Άντρεα Νάλες, επικεφαλής του Γραφείου Εργασίας, «η αγορά εργασίας εξακολουθεί να διαμορφώνεται από την οικονομική ύφεση των τελευταίων ετών». Η ζήτηση εργασίας επιβραδύνεται, καθώς υπήρξαν νέες 631.000 θέσεις εργασίας τον Αύγουστο, δηλαδή 68.000 λιγότερες από ό,τι πριν από ένα χρόνο. Παράλληλα, γίνονται και απολύσεις.
Ο υπουργός Εργασίας της Γερμανίας, Μπέρμπελ Μπας, εκτιμά ότι «οι παγκόσμιες οικονομικές αβεβαιότητες και ο επιθετικός πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας εξακολουθούν να οδηγούν σε οικονομική αδυναμία» και πρόσθεσε ότι αυτοί οι «αντίθετοι άνεμοι» συνεχίζουν να αφήνουν το στίγμα τους στην αγορά εργασίας και απαιτούν μέτρα».
Υπερασπιζόμενος το σχέδιο Μερτς για την οικονομία, είπε ότι η κυβέρνηση δίνει μια μεγάλη επενδυτική ώθηση για την οικονομία, συμπεριλαμβανομένου ενός ειδικού ταμείου 500 δισεκατομμυρίων ευρώ για υποδομές.
Από την πλευρά του, ο Γερμανός καγκελάριος υποστήριξε ότι «η αύξηση της ανεργίας δεν είναι απροσδόκητη», παραδέχθηκε ωστόσο ότι οι αριθμοί αυτοί δείχνουν «πόσο απαραίτητες είναι οι μεταρρυθμίσεις για περισσότερη ανάπτυξη και απασχολησιμότητα. Η γερμανική κυβέρνηση θα επικεντρωθεί σε αυτό».
Τόσο οικονομολόγοι όσο και επιχειρηματικοί φορείς λένε ότι θα χρειαστούν χρόνια για να αποδώσουν πλήρως στη Γερμανία τα κυβερνητικά μέτρα μέσω αύξησης των δαπανών και ζητούν πρόσθετα μέτρα για την αντιμετώπιση των βαθιά ριζωμένων διαρθρωτικών προβλημάτων.
Ο πρόεδρος της εργοδοτικής ένωσης BDA, Ράινερ Ντούλγκερ, σημείωσε πως «τρία εκατομμύρια άνεργοι αποτελούν μια καταδικαστική ένδειξη για την άρνηση μεταρρυθμίσεων τα τελευταία χρόνια. Η Γερμανία χρειάζεται ένα πραγματικό φθινόπωρο μεταρρυθμίσεων».
Παράλληλα, αρνητικό είναι και το κλίμα στην αγορά, με πολλά νοικοκυριά να επιλέγουν να αποταμιεύσουν περισσότερα, αντί να κάνουν δαπάνες, επειδή ανησυχούν για το μέλλον. Σύμφωνα με τον πρόεδρο του Ifo, Κλέμενς Φουστ, τα άσχημα νέα για την ανεργία αναμένεται να αυξήσουν τον αριθμό των αποταμιευτών, παρά το γεγονός ότι η αύξηση των ανέργων δεν είναι πολύ μεγάλη.
Η μειωμένη κατανάλωση οδήγησε και σε μειωμένες λιανικές πωλήσεις τον Ιούλιο (-1,5% σε σχέση με τον Ιούνιο), γεγονός που προκαλεί ανησυχία για τις προοπτικές της κατανάλωσης στο τρίτο τρίμηνο. Η αρχική πρόβλεψη ήταν μείωση 0,4%.
Οι καταναλωτές στη Γερμανία διέψευσαν τους οικονομολόγους που ήλπιζαν ότι οι ζημιές από τους δασμούς θα εξισορροπούνταν από την εσωτερική κατανάλωση.