
Νταϊάνα: Η τραγωδία που συγκλόνισε τον κόσμο – Τι πραγματικά συνέβη
Στα τέλη Αυγούστου του 1997, η πριγκίπισσα Νταϊάνα της Ουαλίας, μετά το διαζύγιό της από τον πρίγκιπα Κάρολο, ετοιμαζόταν να ξεκινήσει μια νέα ζωή. Στα 36 της χρόνια, μητέρα του 15χρονου τότε πρίγκιπα Ουίλιαμ και του 12χρονου πρίγκιπα Χάρι, είχε βρει τον έρωτα στο πρόσωπο του Ντόντι αλ Φαγιέντ, γιου του ιδιοκτήτη του πολυκαταστήματος Harrods, Μοχάμεντ αλ Φαγιέντ. Το ζευγάρι απολάμβανε τις καλοκαιρινές του διακοπές στη Γαλλία, προσπαθώντας να ξεφύγει από τα αδιάκριτα βλέμματα.
Τα ξημερώματα της 31ης Αυγούστου 1997, η Νταϊάνα και ο Αλ Φαγιέντ επιβιβάστηκαν σε μια Mercedes που οδηγούσε ο Ανρί Πολ, με συνοδεία τον σωματοφύλακα Τρέβορ Ρις-Τζόουνς. Κυνηγημένοι από τους παπαράτσι, εισήλθαν στη σήραγγα του Πον ντε λ’Αλμά στο Παρίσι. Το αυτοκίνητο, κινούμενο με ιλιγγιώδη ταχύτητα περίπου 195 χλμ./ώρα, ξέφυγε από τον έλεγχο και προσέκρουσε με σφοδρότητα σε κολόνα. Ο οδηγός και ο Αλ Φαγιέντ σκοτώθηκαν ακαριαία. Η Νταϊάνα, αν και ανασύρθηκε ζωντανή, έφερε σοβαρά τραύματα. Μεταφέρθηκε εσπευσμένα στο νοσοκομείο Πιτιέ-Σαλπετριέρ, όπου οι γιατροί πάλεψαν για τη ζωή της. Δυστυχώς, υπέκυψε στις εσωτερικές της κακώσεις λίγο πριν τις 5 το πρωί.
Οι έρευνες έδειξαν ότι ο οδηγός βρισκόταν υπό την επήρεια αλκοόλ. Αυτό, σε συνδυασμό με την αμείλικτη καταδίωξη των φωτογράφων, οδήγησε στην τραγική κατάληξη. Ο σωματοφύλακας Ρις-Τζόουνς, ο μόνος που φορούσε ζώνη ασφαλείας, επέζησε, φέροντας σοβαρά τραύματα.
Σύμφωνα με τον πυροσβέστη Ξαβιέ Γκουρμελόν, που έφτασε πρώτος στο σημείο, η Νταϊάνα ανέκτησε για λίγο τις αισθήσεις της και ψιθύρισε: «Θεέ μου, τι συνέβη;». Παρά την αρχική αισιοδοξία, τα τραύματά της ήταν θανατηφόρα.
Η απώλεια της Νταϊάνα προκάλεσε παγκόσμια θλίψη. Ο τότε υπουργός Εξωτερικών της Βρετανίας, Ρόμπιν Κουκ, δήλωσε: «Είμαι βαθύτατα σοκαρισμένος. Οι σκέψεις μας είναι στα παιδιά και στην οικογένειά της». Ο πρίγκιπας Κάρολος, μαζί με τις αδελφές της Νταϊάνα, μετέβησαν στο Παρίσι για να μεταφέρουν τη σορό της πίσω στο Λονδίνο.
Πλήθη κόσμου συγκεντρώθηκαν έξω από το Μπάκιγχαμ και το Κένσινγκτον Παλάς, αφήνοντας λουλούδια, μηνύματα και κεριά. Η βρετανική μοναρχία δέχτηκε κριτική για την αρχική της στάση, καθώς αρχικά επέλεξε να παραμείνει απομονωμένη στο Μπάλμοραλ. Η πίεση του λαού ανάγκασε τη βασίλισσα Ελισάβετ να απευθύνει τηλεοπτικό διάγγελμα – μια σπάνια στιγμή για τη βρετανική μοναρχία.
Η κηδεία της, στις 6 Σεπτεμβρίου 1997, μεταδόθηκε σε ολόκληρο τον κόσμο και την παρακολούθησαν περίπου 2,5 δισεκατομμύρια άνθρωποι, ένα από τα πιο συγκλονιστικά γεγονότα του 20ού αιώνα. Οι εικόνες των νεαρών Ουίλιαμ και Χάρι να ακολουθούν το φέρετρο της μητέρας τους σημάδεψαν την ανθρωπότητα.
Το 2004, η Σκότλαντ Γιαρντ επανεξέτασε την υπόθεση. Ο Κάρολος κατέθεσε, καθώς βρέθηκε σημείωμα της Νταϊάνα από το 1995 στο οποίο ανέφερε ότι «ο σύζυγός μου σχεδιάζει ‘ατύχημα’ στο αυτοκίνητό μου». Η έρευνα απέκλεισε την εγκληματική ενέργεια και κατέληξε στο συμπέρασμα ότι επρόκειτο για δυστύχημα, αποτέλεσμα αλόγιστης οδήγησης και καταδίωξης από φωτογράφους.
Η Νταϊάνα παραμένει ένα σύμβολο ανθρωπισμού. Η δράση της για τους ασθενείς με AIDS, η εκστρατεία της κατά των ναρκών και η εγγύτητά της με τον κόσμο την έκαναν αγαπητή σε όλους. Οι γιοι της, Ουίλιαμ και Χάρι, συνεχίζουν το έργο της μέσω φιλανθρωπικών δράσεων και πρωτοβουλιών. Όπως χαρακτηριστικά είπε ο Χάρι το 2022 στα Diana Awards: «Βλέπω τη μητέρα μου σε κάθε παιδί που βοηθάμε, σε κάθε οικογένεια που συναντώ, στα δικά μου παιδιά κάθε μέρα».