
Μικρές επιχειρήσεις: Σφίγγει η θηλιά της κρίσης – Τι αποκαλύπτει νέα έρευνα
Η βιωσιμότητα των μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων στην Ελλάδα απειλείται όλο και περισσότερο, καθώς ένας φαύλος κύκλος περιορισμένης ρευστότητας, μειωμένων επενδύσεων και συρρίκνωσης της παραγωγικής βάσης επηρεάζει και τον τομέα της απασχόλησης.
Σύμφωνα με νέα έρευνα του Ινστιτούτου Μικρών Επιχειρήσεων της ΓΣΕΒΕΕ για το πρώτο εξάμηνο της χρονιάς, η επιδείνωση του οικονομικού κλίματος αποτυπώνεται στην πτώση του σχετικού δείκτη κατά δώδεκα ποσοστιαίες μονάδες, φτάνοντας τις 47,2 από 59,3 μονάδες. Αυτό αντανακλά τις ασφυκτικές συνθήκες που προκαλούν η μείωση του κύκλου εργασιών, το υψηλό λειτουργικό κόστος, η χαμηλή ρευστότητα και η περιορισμένη πρόσβαση σε χρηματοδότηση. Παράλληλα, ο Δείκτης Προσδοκιών υποχώρησε ελαφρώς στις 58,2 μονάδες, επιβεβαιώνοντας το κλίμα αβεβαιότητας.
Όπως αναφέρει το ΙΜΕ, η πτώση των δύο δεικτών αποτελεί ένδειξη επιβράδυνσης της εγχώριας ζήτησης, η οποία επηρεάζει ιδιαίτερα κλάδους με υψηλή συγκέντρωση μικρών και πολύ μικρών επιχειρήσεων. Οι προκλήσεις επιμένουν και αναδεικνύουν την ανάγκη στοχευμένων παρεμβάσεων πολιτικής για την ενίσχυση της ρευστότητας και τον περιορισμό του κόστους.
Τα βασικά ευρήματα της έρευνας είναι τα εξής:
* Η μείωση του κύκλου εργασιών σημείωσε ρεκόρ τετραετίας, πλήττοντας τους μισούς μικροεπιχειρηματίες. Αυτό συνδέεται τόσο με την ασθενή ζήτηση όσο και με τον περιορισμό της κατανάλωσης λόγω του αυξημένου κόστους διαβίωσης.
* Η εκτίναξη του λειτουργικού κόστους (37,6%) των επιχειρήσεων συνεχίζεται, με εννέα στις δέκα να δηλώνουν αύξηση από την έναρξη της ενεργειακής κρίσης.
* Η περαιτέρω μείωση της ρευστότητας για το 56,7% των επιχειρήσεων αποδίδεται στη μειωμένη συνεισφορά του τουρισμού, παραπέμποντας στις συνθήκες του πρώτου εξαμήνου του 2018. Η κατάσταση βελτιώθηκε μόλις για το 11,7% των επιχειρήσεων και παρέμεινε σταθερή για το 30,7%.
* Περίπου μία στις δύο επιχειρήσεις εξακολουθεί να έχει μηδενικά ταμειακά διαθέσιμα (26,8%) ή ταμειακά διαθέσιμα που επαρκούν το πολύ για έναν μήνα (22%), ενώ μόλις το 8,5% διατηρεί ταμειακά διαθέσιμα που επαρκούν για χρονικό διάστημα πέραν του εξαμήνου.
* Το ύψος των επενδύσεων για το 53,4% των επιχειρήσεων που προχώρησαν σε επενδύσεις δεν ξεπέρασε τις 5.000 ευρώ, με την αυτοχρηματοδότηση να υπερβαίνει το 83,2%, αναδεικνύοντας τις δυσκολίες πρόσβασης σε εξωτερική χρηματοδότηση.
Στις θετικές ενδείξεις συγκαταλέγονται η υποχώρηση του ποσοστού επιχειρήσεων με ληξιπρόθεσμες οφειλές στο 24% (από 30,2% το προηγούμενο εξάμηνο) και η αύξηση του προσωπικού για το 10,1% των επιχειρήσεων, ενώ το 4,9% ανέφερε μείωση των εργαζομένων. Ωστόσο, οι εκτιμήσεις για το δεύτερο εξάμηνο της χρονιάς είναι αρνητικές, με το 7,6% των επιχειρήσεων να αναμένει μείωση προσωπικού έναντι του 6,5% που προβλέπει αύξηση.
Οι περισσότεροι μικροεπιχειρηματίες στο λιανικό εμπόριο δυσκολεύονται να ανταποκριθούν στις υποχρεώσεις τους. Με αφορμή τα παραπάνω, ο πρόεδρος της Ελληνικής Συνομοσπονδίας Εμπορίου & Επιχειρηματικότητας, Σταύρος Καφούνης, απευθύνει νέα έκκληση στην κυβέρνηση για άμεσες παρεμβάσεις στήριξης των επιχειρήσεων, προτείνοντας επίσης την επαναξιολόγηση του θεσμού των εκπτώσεων.
Τα αποτελέσματα της σχετικής έρευνας του Ινστιτούτου της ΕΣΕΕ είναι διαφωτιστικά. Το 67% των επιχειρηματιών δήλωσε από καθόλου έως λίγο ανακουφισμένο από τη μηδαμινή στήριξη έναντι των ανατιμήσεων και αύξησης του ενεργειακού κόστους. Έξι στις 10 επιχειρήσεις είδαν χειρότερες πωλήσεις συγκριτικά με πέρσι.
Οι μισές επιχειρήσεις παρατήρησαν χαμηλότερη επισκεψιμότητα στη φετινή θερινή εκπτωτική περίοδο, η οποία οδήγησε σε λιγότερες πωλήσεις για 7 στις 10 (μείωση έως και 20%). Αντίθετα, για δύο στις τρεις με αύξηση των πωλήσεων, η άνοδος δεν υπερέβη το 10% σε σχέση με πέρσι. Όπως και στις χειμερινές εκπτώσεις, έτσι και τον τελευταίο ενάμιση μήνα σχεδόν 4 στους 10 επιχειρηματίες διατήρησαν τις χαμηλές τιμές και τις προσφορές και πέραν του θεσμοθετημένου διαστήματος.