
Φόροι στην Ευρώπη: Ποια χώρα πληρώνει τα περισσότερα;
Το Euronews Business διερευνά τις χώρες στην Ευρώπη με τα υψηλότερα φορολογικά έσοδα και το ποσοστό που αυτά αντιπροσωπεύουν στο ΑΕΠ τους.
Τα φορολογικά έσοδα είναι ζωτικής σημασίας για τη χρηματοδότηση δημόσιων υπηρεσιών, όπως η υγεία και η παιδεία. Όπως επισημαίνει το Euronews Business, οι φορολογικοί συντελεστές παρουσιάζουν σημαντικές διαφορές σε όλη την Ευρώπη.
Ένας τρόπος σύγκρισης των δημοσιονομικών προσεγγίσεων είναι η εξέταση των φορολογικών εσόδων ως ποσοστό του ΑΕΠ.
Σύμφωνα με την Eurostat, ο συνολικός δείκτης φορολογίας ως ποσοστό του ΑΕΠ στην ΕΕ ήταν 40% το 2023. Ποιες χώρες, όμως, ξεχωρίζουν;
Στην ΕΕ, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Τουρκία και τις χώρες της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Ζώνης, το ποσοστό κυμαίνεται από 22,7% στην Ιρλανδία έως 45,6% στη Γαλλία.
Στην κορυφή της κατάταξης, το Βέλγιο (44,8%), η Δανία (44,7%) και η Αυστρία (43,5%) ακολουθούν τη Γαλλία.
Εκτός από την Ισλανδία, και άλλες χώρες της Βόρειας Ευρώπης καταγράφουν υψηλούς δείκτες φορολογίας ως ποσοστό του ΑΕΠ, με τη Φινλανδία, τη Σουηδία και τη Νορβηγία να φτάνουν το 42,7%, 42,6% και 41,8% αντίστοιχα.
Το Λουξεμβούργο (41,9%), η Ιταλία (41,7%), η Ελλάδα (40,7%) και η Γερμανία (40,3%) βρίσκονται επίσης πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ.
Τα φορολογικά έσοδα, συμπεριλαμβανομένων των κοινωνικών εισφορών, είναι κάτω από το 30% του ΑΕΠ στην Τουρκία (23,5%), την Ελβετία (26,9%), τη Μάλτα (27,1%), τη Ρουμανία (27,3%) και τη Βουλγαρία (29,9%).
Μεταξύ των πέντε μεγαλύτερων οικονομιών της Ευρώπης, το Ηνωμένο Βασίλειο εμφανίζει το χαμηλότερο ποσοστό φόρου προς ΑΕΠ με 35,3%, ακολουθούμενο από την Ισπανία με 37%. Οι υπόλοιπες τρεις – Γερμανία, Γαλλία και Ιταλία – βρίσκονται πάνω από τον μέσο όρο της ΕΕ.
Σύμφωνα με το Euronews Business, τα στοιχεία για το Ηνωμένο Βασίλειο και την Τουρκία προέρχονται από τον ΟΟΣΑ και ενδέχεται να υπάρχουν μικρές αποκλίσεις λόγω μεθοδολογικών διαφορών σε σχέση με τα στοιχεία της Eurostat.
Ο Αλεξάντερ Μένγκντεν, αναλυτής πολιτικής της Tax Foundation Europe, σημειώνει ότι η Ιρλανδία, η Τουρκία και η Ελβετία αποτελούν τρεις διαφορετικές περιπτώσεις ως προς τους λόγους για τους οποίους οι αναλογίες φόρων προς ΑΕΠ διαφέρουν μεταξύ των χωρών του ΟΟΣΑ.
Όπως δήλωσε στο Euronews Business, «Η Ιρλανδία συχνά ξεχωρίζει ως μια ακραία περίπτωση στις συγκρίσεις με βάση το ΑΕΠ, λόγω των εξαιρετικά υψηλών επιπέδων άμεσων ξένων επενδύσεων, που προσελκύονται εν μέρει από τον χαμηλό συντελεστή φόρου εταιρειών 12,5%». Αυτό επηρεάζει δυσανάλογα το ΑΕΠ σε σχέση με άλλους οικονομικούς δείκτες.
Ο ίδιος εξήγησε ότι για έναν εργαζόμενο που αμείβεται με τον μέσο μισθό, η φορολογική επιβάρυνση της απασχόλησης στην Ιρλανδία είναι ελάχιστα υψηλότερη από τον μέσο όρο του ΟΟΣΑ.
Ο Δρ Τομ ΜακΝτόνελ, συνδιευθυντής του Nevin Economic Research Institute, υπενθυμίζοντας ότι η αύξηση του ΑΕΠ της Ιρλανδίας ξεπέρασε το 20% το 2015 λόγω της μεταφοράς των περιουσιακών στοιχείων πνευματικής ιδιοκτησίας του τεχνολογικού κολοσσού Apple στην Ιρλανδία, εξήγησε: «Οι Ιρλανδοί οικονομολόγοι προσαρμόζουν αυτές τις στρεβλώσεις της ‘παγκοσμιοποίησης’ χρησιμοποιώντας ένα ειδικά σχεδιασμένο μέτρο παραγωγής που ονομάζεται Ακαθάριστο Εθνικό Εισόδημα (ΑΕΕ), το οποίο αντικατοπτρίζει καλύτερα την πραγματική οικονομική δραστηριότητα στην Ιρλανδία».
Το ΑΕΠ μετρά την αξία των αγαθών και των υπηρεσιών που παράγονται σε μια χώρα, ενώ το Ακαθάριστο Εθνικό Εισόδημα εξετάζει το εισόδημα των κατοίκων της χώρας, συμπεριλαμβανομένου του εισοδήματος που προέρχεται από το εξωτερικό.
Σύμφωνα με την έκθεση του ΟΟΣΑ για την Ιρλανδία το 2025, ο λόγος φόρων προς ΑΕΕ είναι 38%, τοποθετώντας τη χώρα κοντά στον μέσο όρο της ΕΕ.
Ο Μένγκντεν εξήγησε ότι η Τουρκία έχει το χαμηλότερο κατά κεφαλήν ΑΕΠ μεταξύ των ευρωπαϊκών μελών του ΟΟΣΑ, γεγονός που συνήθως συνοδεύεται από χαμηλότερους δείκτες φορολογίας ως προς το ΑΕΠ.
«Αυτό συνήθως αντανακλά την πιο περιορισμένη ικανότητα του κράτους να εισπράττει φόρους, για παράδειγμα λόγω μιας σχετικά μεγάλης παραοικονομίας, καθώς και πολιτικές επιλογές που περιορίζουν τα έσοδα», είπε.
Επισήμανε ότι στην περίπτωση της Τουρκίας, ο ΦΠΑ εφαρμόζεται μόνο στο 40% περίπου της τελικής κατανάλωσης, η οποία είναι η πιο περιορισμένη βάση μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών του ΟΟΣΑ.
Όπως γράφει το Euronews Business, η παραοικονομία περιλαμβάνει νόμιμα αγαθά και υπηρεσίες που αποκρύπτονται σκόπιμα από τις δημόσιες αρχές για την αποφυγή της καταβολής φόρων και εισφορών κοινωνικής ασφάλισης.
Αντίθετα, η Ελβετία αποτελεί μια μοναδική περίπτωση, καθώς επιτυγχάνει χαμηλό λόγο φόρων προς ΑΕΠ ως μία από τις πλουσιότερες χώρες της Ευρώπης, σύμφωνα με τον Αλεξάντερ Μένγκντεν.
Ο ίδιος εξήγησε ότι αυτό αντανακλά τόσο τις σκόπιμες επιλογές της ομοσπονδιακής πολιτικής για τη διατήρηση του συνολικού φορολογικού βάρους σε μέτρια επίπεδα όσο και τον έντονο τοπικό φορολογικό ανταγωνισμό μεταξύ δήμων και καντονιών, που επιτρέπει στους κατοίκους να επιλέγουν μεταξύ διαφορετικών συνδυασμών φορολογικών συντελεστών και δημόσιων υπηρεσιών.
Σε απόλυτους αριθμούς, τα έσοδα από φόρους και κοινωνικές εισφορές στην ΕΕ ανήλθαν σε περίπου 6,9 τρισεκατομμύρια ευρώ το 2023.
Το 2023, τρεις ευρωπαϊκές χώρες κατέγραψαν φορολογικά έσοδα που ξεπέρασαν το ένα τρισεκατομμύριο ευρώ.
Η Γερμανία συγκέντρωσε το υψηλότερο ποσό, περίπου 1,7 τρισεκατομμύρια ευρώ. Στη Γαλλία, τα φορολογικά έσοδα έφτασαν τα 1,3 τρισεκατομμύρια ευρώ, ενώ στο Ηνωμένο Βασίλειο ανήλθαν σε περίπου 1,1 τρισεκατομμύρια ευρώ.
Η Ιταλία συγκέντρωσε 887 δισ. ευρώ, καταλαμβάνοντας την τέταρτη θέση, ενώ η Ισπανία ακολούθησε στην πέμπτη θέση με 555 δισ. ευρώ.
Με 5,6 δισ. ευρώ, η Μάλτα κατέγραψε τα χαμηλότερα φορολογικά έσοδα στην Ευρώπη.
Σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Επιτροπή, σχεδόν το 90% των εσόδων που διαθέτουν οι κυβερνήσεις των χωρών στην ΕΕ προέρχεται από φόρους.
Όπως γράφει το Euronews Business, αυτά τα έσοδα αποτελούν ουσιαστικό μέσο χρηματοδότησης των δημόσιων υπηρεσιών και, όταν είναι ανεπαρκή, οι χώρες ενδέχεται να αναγκαστούν να δανειστούν, δημιουργώντας μελλοντικές υποχρεώσεις χρέους.
Ο τρόπος με τον οποίο οι χώρες ισορροπούν μεταξύ οικονομικής ανάπτυξης, φορολογικών επιπέδων και δημόσιων δαπανών παραμένει μια περίτεχνη πράξη εξισορρόπησης, η οποία αναμένεται να γίνει όλο και πιο δύσκολη καθώς αυξάνονται οι απαιτήσεις των κρατικών προϋπολογισμών.