Αμετάβλητη η αξιολόγηση της Ελλάδας στο «BBB»

Ευχάριστα νέα για την Ελλάδα: Σταθερή η πιστοληπτική ικανότητα!

Οικονομία
Δημοσιεύθηκε  · 4 λεπτά ανάγνωση

Η DBRS διατήρησε την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας στο «BBB» με σταθερές προοπτικές, συνεχίζοντας τις ενέργειες του καναδικού οίκου αξιολόγησης. Τον Μάρτιο, ο οίκος είχε αναβαθμίσει το ελληνικό αξιόχρεο σε «BBB» από «BBB (low)», μια βαθμίδα υψηλότερα εντός της επενδυτικής βαθμίδας.

Στην έκθεσή της, η Morningstar DBRS αναφέρει ότι η σταθερή τάση αντικατοπτρίζει την άποψη ότι οι βραχυπρόθεσμοι κίνδυνοι για τις πιστοληπτικές αξιολογήσεις είναι ισορροπημένοι.

Η ελληνική οικονομία σημείωσε ανάπτυξη 2,3% το 2024, σημαντικά υψηλότερη από τον μέσο όρο ανάπτυξης 0,9% για τη ζώνη του ευρώ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει παρόμοια ανάπτυξη φέτος, με την ισχυρή εγχώρια ζήτηση να αποτελεί τον κύριο μοχλό ανόδου του ΑΕΠ, χάρη στην αύξηση της απασχόλησης και τις επενδύσεις που χρηματοδοτήθηκαν από την ΕΕ.

Η ισχυρή οικονομική επέκταση και τα πρωτογενή δημοσιονομικά πλεονάσματα οδήγησαν σε μείωση του δείκτη χρέους προς ΑΕΠ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναμένει ότι το χρέος θα μειωθεί στο 141% του ΑΕΠ έως το 2026, από 164% το 2023.

Ωστόσο, η απόδοση της ελληνικής οικονομίας εξαρτάται εν μέρει από εξωτερικούς παράγοντες, όπως το γεωπολιτικό και το παγκόσμιο εμπορικό περιβάλλον, που θα μπορούσαν να επηρεάσουν τις εξαγωγές και την οικονομία συνολικά.

Η πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας υποστηρίζεται από το αξιόπιστο πλαίσιο πολιτικής και την ιδιότητά της ως μέλους της ΕΕ και της ευρωζώνης. Οι ελληνικές κυβερνήσεις έχουν εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις που ενίσχυσαν τη διακυβέρνηση, βελτίωσαν το επιχειρηματικό περιβάλλον και στήριξαν τη βιωσιμότητα του χρέους. Η πολιτική δέσμευση για συνετή δημοσιονομική πολιτική ενισχύει την πιστωτική ποιότητα της χώρας.

Το ΔΝΤ προβλέπει ότι το πρωτογενές πλεόνασμα θα διαμορφώνεται κατά μέσο όρο στο 2,4% του ΑΕΠ μέχρι το τέλος της δεκαετίας, ενώ ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ θα μειωθεί στο 125% έως το 2030.

Παρά τα θετικά στοιχεία, οι αξιολογήσεις της Ελλάδας περιορίζονται από το υψηλό δημόσιο χρέος, το μικρό μέγεθος της οικονομίας και το μεγάλο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών.

Η Morningstar DBRS θα μπορούσε να αναβαθμίσει την πιστοληπτική αξιολόγηση αν υπάρξει περαιτέρω ουσιαστική μείωση του λόγου δημόσιου χρέους, υποστηριζόμενη από διατηρήσιμα πρωτογενή πλεονάσματα, ή συνεχής εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τις επενδύσεις και βελτιώνουν τις μακροπρόθεσμες αναπτυξιακές προοπτικές.

Αντίθετα, θα μπορούσε να υποβαθμίσει την αξιολόγηση αν υπάρξει παρατεταμένη αποδυνάμωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, ανατροπή δομικών μεταρρυθμίσεων ή σημαντική επιδείνωση της εξωτερικής θέσης της Ελλάδας.

Αν και η Ελλάδα έχει περιορισμένη άμεση εξαγωγική έκθεση στις ΗΠΑ, η άνοδος των δασμών αναμένεται να ασκήσει πίεση στην οικονομική δραστηριότητα στην Ευρώπη, με έμμεσες επιπτώσεις στην ελληνική οικονομία. Οποιαδήποτε διαταραχή του εμπορίου θα επηρεάσει αρνητικά τις εξαγωγικά προσανατολισμένες βιομηχανίες, και μια αύξηση στις τιμές της ενέργειας θα δημιουργήσει πληθωριστική πίεση.

Οι τιμές καταναλωτή στην Ελλάδα αυξήθηκαν κατά 3,7% ετησίως τον Ιούλιο, με τον πληθωρισμό να βρίσκεται σε ανοδική τροχιά λόγω του κόστους ηλεκτρικής ενέργειας και των υπηρεσιών. Η ΕΕ εκτιμά ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει πάνω από το στόχο του 2%.

Σύμφωνα με την DBRS, η Ελλάδα έχει μεγάλο έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών και υψηλές εξωτερικές υποχρεώσεις. Το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών ήταν -6,9% του ΑΕΠ το 2024 και η NIIP ήταν -130,4% του ΑΕΠ, σύμφωνα με το ΔΝΤ. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή προβλέπει ότι το έλλειμμα θα ανέλθει κατά μέσο όρο σε 8,1% τα επόμενα δύο χρόνια.

Παρά τις μεγάλες εξωτερικές ανισορροπίες, η DBRS Morningstar θεωρεί ότι η εξωτερική θέση της Ελλάδας είναι πιο ανθεκτική σήμερα από ό,τι στο παρελθόν. Η χώρα έχει βελτιώσει την εξωτερική της ανταγωνιστικότητα, έχει γίνει μια πιο ανοιχτή οικονομία και οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών της σε όρους ΑΕΠ έχουν διπλασιαστεί από το 2010.

Η δημοσιονομική θέση της Ελλάδας αποτέλεσε θετική έκπληξη το 2024, με το συνολικό πλεόνασμα να φθάνει το 1,3% του ΑΕΠ και το πρωτογενές στο 4,8%. Η κυβέρνηση ανέμενε ένα μικρό έλλειμμα. Η επίδραση του αυξημένου πληθωρισμού στην είσπραξη του ΦΠΑ και οι φορολογικές μεταρρυθμίσεις συνέβαλαν στη μεγάλη αύξηση των εσόδων. Τα πραγματικά έσοδα του έτους ήταν κατά 9,5% υψηλότερα από τα προβλεπόμενα στον Προϋπολογισμό του 2024. Αν και τα αποτελέσματα για φέτος είναι απίθανο να παραμείνουν το ίδιο ισχυρά, η DBRS αναμένει ότι η βελτιωμένη δημοσιονομική θέση θα υποστηριχθεί από διαρθρωτικές αλλαγές.

Η Κομισιόν προβλέπει ότι το συνολικό δημοσιονομικό πλεόνασμα θα μειωθεί στο 0,7% του ΑΕΠ το 2025 και θα βελτιωθεί και πάλι στο 1,4% το 2026.

Στις 19 Σεπτεμβρίου η Moody’s θα επανεκτιμήσει την πιστοληπτική ικανότητα της Ελλάδας. Στην τελευταία της αξιολόγηση τον Μάρτιο του 2025, η Moody’s έδωσε την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα στην Ελλάδα, με αναβάθμιση σε «Baa3» από «Ba1» και με σταθερή προοπτική, στηριζόμενη στην ισχυρή δημοσιονομική ανάκαμψη και τη σταθερότητα του τραπεζικού τομέα.

Από εκεί και πέρα, μέχρι το τέλος του έτους αναμένονται τρεις ακόμη αξιολογήσεις: 17 Οκτωβρίου η S&P, 7 Νοεμβρίου η Scope Ratings και 14 Νοεμβρίου η Fitch Ratings.